Τρίτη 6 Απριλίου 2010

Η ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ 6 ΑΠΡΙΛΟΥ 1941.

Γερμανική εισβολή Η επίθεση στη Νότια Γιουγκοσλαβία και η κάθοδος στη Θεσσαλονίκη. Η Γερμανική προέλαση μέχρι τις 9 Απριλίου, οπότε η 2η Μεραρχία Πάνζερ κατέλαβε τη ΘεσσαλονίκηΤην αυγή της 6ης Απριλίου οι γερμανικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Ελλάδα, ενώ η Λουφτβάφε ξεκίνησε εντατικό βομβαρδισμό του Βελιγραδίου.
Το 40ο Σώμα Τεθωρακισμένων, το οποίο προορίζονταν να χρησιμοποιηθεί κατά τη διάρκεια επιθέσεων κατά μήκος της νότιας Γιουγκοσλαβίας, ξεκίνησε την επίθεσή του στις 5.30 πμ και προωθήθηκε κατά μήκος των βουλγαρικών συνόρων σε δύο ξεχωριστά σημεία. Μέχρι το βράδυ της 8ης Απριλίου η 1η Μεραρχία των SS «Adolf Hitler» είχε καταλάβει την Πρίλαπο (Prilep), αποκόπτοντας μία σημαντική σιδηροδρομική γραμμή μεταξύ του Βελιγραδίου και της Θεσσαλονίκης και απομονώνοντας τη Γιουγκοσλαβία από τους συμμάχους της. Στο σημείο αυτό οι Γερμανοί κατείχαν εδάφη, τα οποία ήταν κατάλληλα για την συνέχιση των επιθετικών ενεργειών τους.
Το βράδυ της 9ης Απριλίου ο Στρατηγός Στούμμε ανέπτυξε τις δυνάμεις του βόρεια του Μοναστηρίου, προετοιμαζόμενος για την επέκταση των επιθέσεων πέρα από τα ελληνικά σύνορα προς τη Φλώρινα. Η θέση αυτή εγκυμονούσε τον κίνδυνο να περικυκλώσει τόσο τους Έλληνες στην Αλβανία όσο και τη Δύναμη W στις περιοχές της Φλώρινας, της Έδεσσας και της Κατερίνης.
Διατηρώντας μία μικρή δύναμη ασφαλείας στα μετόπισθεν του Σώματος για την απόκρουση μίας ξαφνικής αντεπίθεσης από την κεντρική Γιουγκοσλαβίας, στοιχεία της 9ης Μεραρχίας Πάντσερ κατευθύνθηκαν δυτικά για να ενωθούν με τους Ιταλούς στα αλβανικά σύνορα
.
Η 2η Μεραρχία Πάντσερ (18ο Ορεινό Σώμα), υπό τον Στρατηγό Ρούντολφ Φάιελ (Rudolf Veiel) εισήλθε στη Γιουγκοσλαβία από τα ανατολικά το πρωί της 6ης Απριλίου και προωθήθηκε δυτικά μέσω της κοιλάδας του Στρυμόνα. Αντιμετώπισε μικρή εχθρική αντίσταση, όμως καθυστέρησε από ανατιναγμένους και λασπωμένους δρόμους και νάρκες. Παρόλα τα εμπόδια, η μεραρχία κατόρθωσε να φτάσει στην πόλη Στρώμνιτσα. Στις 7 Απριλίου μία γιουγκοσλαβική αντεπίθεση στην βόρεια πλευρά της μεραρχίας αποκρούστηκε και την επόμενη ημέρα η μεραρχία κατόρθωσε να προωθηθεί πέρα από τα βουνά και να υπερκεράσει τις μονάδες της ελληνικής 19ης Μηχανοκίνητης Μεραρχίας Πεζικού που βρίσκονταν νότια της λίμνης Δοϊράνης ως εφεδρεία. Παρά τις πολλές καθυστερήσεις κατά μήκος των στενών ορεινών δρόμων, μία θωρακισμένη προφυλακή με κατεύθυνση την Θεσσαλονίκη κατόρθωσε να εισέλθει στην πόλη το πρωί της 9ης Απριλίου. Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης έλαβε χώρα χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, ως επακόλουθο της κατάρρευσης της Ελληνικής Δεύτερης Στρατιάς.
Γραμμή Μεταξά Βομβαρδισμός Ελληνικών θέσεων από το Γερμανικό πυροβολικόΗ Γραμμή Μεταξά υπερασπιζόταν από την Στρατιωτική Δύναμη Ανατολικής Μακεδονίας, η οποία αποτελούνταν από τις 7η, 14η και 17η Μεραρχίες Πεζικού υπό τη διοίκηση του Αντιστράτηγου Κωνσταντίνου Μπακόπουλου. Η γραμμή είναι μήκος περίπου 170 χλμ, κατά μήκος του ποταμού Νέστου προς τα ανατολικά και των βουλγαρικών συνόρων ως το όρος Μπέλες κοντά στα σύνορα με τη Γιουγκοσλαβία. Οι οχυρώσεις ήταν σχεδιασμένες να διαθέτουν φρουρά άνω των 200.000 στρατιωτών, όμως λόγω της έλλειψης προσωπικού το συνολικό μέγεθος της φρουράς που υπερασπιζόταν τα οχυρά ήταν περίπου 70.000, έχοντας ως αποτέλεσμα την αραιή διάταξη των αμυντικών γραμμών.
Η αρχική γερμανική επίθεση κατά της γραμμής πραγματοποιήθηκε από μία μονά πεζικού ενισχυμένη από δύο ορεινές μεραρχίες του 18ου Ορεινού Σώματος (XVIII Mountain Corps), αντιμετώπισαν όμως ισχυρή αντίσταση και σημείωσαν μικρή επιτυχία.
Μία γερμανική αναφορά στο τέλος της πρώτης μέρας των επιχειρήσεων περιγράφει πως η γερμανική 5η Ορεινή Μεραρχία «απωθήθηκε στο πέρασμα Ρούπελ παρά την ισχυρότατη αεροπορική υποστήριξη, έχοντας σημαντικές απώλειες».
Από τα 24 οχυρά που αποτελούσαν τη Γραμμή Μεταξά μόνο δύο έπεσαν, και αυτά μόνον αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς[66]. Τα περισσότερα οχυρά, συμπεριλαμβανομένων των Ρούπελ, Εχίνος, Καρατάς, Λίσσε και Ιστίμπεη αντιστάθηκαν για τρεις ημέρες.
Η γραμμή κατέρρευσε έπειτα από τρεις ημέρες μαχών, κατά τις οποίες οι Γερμανοί σφυροκοπούσαν τα οχυρά με πυροβολικό και βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως. Ο στόχος αυτός επετεύχθη κυρίως χάρη στην 6η Ορεινή Μεραρχία, η οποία διέσχισε μια χιονοσκεπή οροσειρά ύψους 2.100 μέτρων και κατέλαβε ένα σημείο το οποίο θεωρούνταν απρόσιτο από τους Έλληνες. Η δύναμη έφτασε στην σιδηροδρομική γραμμή που ερχόταν από τη Θεσσαλονίκη το βράδυ της 7ης Απριλίου. Οι υπόλοιπες μονάδες του 18ου Ορεινού Σώματος προχωρούσαν με μεγάλη δυσκολία.
Η 5η Μεραρχία μαζί με το ενισχυμένο 125ο Σύνταγμα Πεζικού διείσδυσαν στην άμυνα του Στρυμόνα στις 7 Απριλίου και επιτέθηκαν κατά μήκος και των δύο πλευρών του ποταμού, καταστρέφοντας τη μία οχυρωματική θέση μετά την άλλη στο πέρασμά τους. Παρόλα αυτά η μονάδα υπέστη βαριές απώλειες, τέτοιες που απεσύρθη από το μέτωπο με την ολοκλήρωση της αποστολής της. Η 72η Μεραρχία Πεζικού προωθήθηκε από το Άνω Νευροκόπι κατά μήκος των βουνών και, παρόλο που υστερούσε σε μεταφορική ικανότητα, μέσο πυροβολικό και ορεινό εξοπλισμό, κατόρθωσε να περάσει τη Γραμμή Μεταξά το βράδυ της 9ης Απριλίου, οπότε και έφτασε βορειοανατολικά των Σερρών.
Ακόμα και μετά την παράδοση της Γραμμής Μεταξά από τον Αντιστράτηγο Μπακόπουλο, μεμονωμένα φρούρια συνέχισαν να μάχονται για μέρες και δεν κατελήφθησαν παρά μόνο όταν χρησιμοποιήθηκε βαρύ πυροβολικό εναντίον τους. Αρκετά στρατεύματα που υπερασπίζονταν τη μεθόριο συνέχισαν να μάχονται και ένας αριθμός από αυτά κατόρθωσε να εκκενωθεί δια θαλάσσης[69]. Ουσιαστικά, όμως, η γραμμή περισσότερο παραδόθηκε, λόγω της υπερφαλάγγισης και της κύκλωσής της από τους Γερμανούς παρά κατέρρευσε.
Η συνθηκολόγηση της Ελληνικής Δεύτερης Στρατιάς
Το γερμανικό 30ο Σώμα Πεζικού στην αριστερή πτέρυγα πέτυχε τον αντικειμενικό στόχο του το βράδυ της 8ης Απριλίου, όταν η 164η Μεραρχία Πεζικού κατέλαβε την Ξάνθη. Η 50η Μεραρχία Πεζικού προωθήθηκε πέρα από την Κομοτηνή προς τον ποταμό Νέστο, όπου αμφότερες οι μεραρχίες έφτασαν την επόμενη ημέρα. Στις 9 Απριλίου η Ελληνική Δεύτερη Στρατιά συνθηκολόγησε άνευ όρων, μετά την κατάρρευση της Ελληνικής αντίστασης ανατολικά του Αξιού ποταμού.
Σε μία αποτίμηση της κατάστασης, στις 9 Απριλίου, ο Στρατάρχης Λιστ εξέφρασε τη γνώμη ότι, ως αποτέλεσμα της γρήγορης προώθησης των αυτοκινούμενων μονάδων, η 12η Στρατιά του βρισκόταν τώρα σε πλεονεκτική θέση για να αποκτήσει πρόσβαση προς την κεντρική Ελλάδα διασπώντας τις εχθρικές γραμμές πίσω από τον ποταμό Αξιό. Βασιζόμενος σε αυτή του την εκτίμηση ο Λιστ ζήτησε τη μεταφορά της 5ης Μεραρχίας Πάντσερ από την Πρώτη Μονάδα Πάντσερ στο 40ο Σώμα Πάντσερ.
Θεώρησε ότι η παρουσία της 5ης Μεραρχίας θα έδινε επιπλέον δύναμη στην γερμανική προέλαση μέσω του περάσματος του Μοναστηρίου. Για τη συνέχιση της εκστρατείας δημιούργησε δύο επιθετικές ομάδες, μια Ανατολική υπό τη διοίκηση του 18ου Ορεινού Σώματος και μία Δυτική υπό το 40ο Σώμα Πάντσερ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.